13/11/10

Χλ χλ χλ το κύμα, και νά ο μοχλός!

Τα Νέα, 13 Νοεμβρίου 2010 [εδώ, με ορισμένες προσθήκες]

Να μπουν τα αρχαία και στους βρε-φονηπιακούς σταθμούς θα ζητήσουν οσονούπω όσοι δεν νοιάζονται για αγωγή του παιδιού παρά για ιδεολο-γήματα και ιδεοληψίες


«Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων»: έτσι επικοινωνούσε το τρίχρονο τότε αγοράκι με τη μητέρα του, κατά δήλωση βεβαίως της ιδίας. Μητέρα, η Ευγενία Μανωλίδου, κάπου ενάμιση χρόνο πριν, όταν ελάμπρυνε την τηλεόραση με την εμπνευσμένη «Στιγμή της αλήθειας», ρωτώντας τους παίκτες αν είναι αλήθεια πως το έκαναν με δεκατρείς ταυτόχρονα και άλλα τόσα κατοικίδια.

διαβάστε τη συνέχεια...

Όμως η τηλεόραση τηλεόραση, η δουλειά δουλειά, και η αγωγή του παιδιού αγωγή του παιδιού, με αρχαία ελληνικά εννοείται. Έτσι βρέθηκε η Ευγενία Μανωλίδου ένα –τεράστιο– βήμα μπροστά από όσους δειλά ακόμα προτείνουν τη διδασκαλία των αρχαίων από το δημοτικό κιόλας.

Όπου παιδαγωγική, ψυχολογία, παιδοψυχολογία, φιλολογία, γλωσσολογία, όλες οι αρμόδιες επιστήμες, οι επιστήμες που λένε λόγου χάρη ότι μάλλον σύγχυση μπορεί να προκαλέσει σ’ ένα παιδί η διδασκαλία διαφορετικών φάσεων μιας γλώσσας, όταν ακόμα και στο λεξιλόγιο πιο πολλές είναι οι διαφορές παρά τα κοινά στοιχεία (λογάς= επίλεκτος, αναλύω= πεθαίνω!), όλες λοιπόν οι αρμόδιες επιστήμες στο καλάθι των αχρήστων, πατσαβούρι για να γυαλίσουν την ιδεολογία που θέλει τα αρχαία ελληνικά γλώσσα των γλωσσών, μία και μοναδική.

Έτσι, είδαμε στην προηγούμενη επιφυλλίδα ένα μικρό μέρος από την ανακυκλούμενη αρθρογραφία και επιστολογραφία που διακινεί ευρύτατα διαδεδομένους μύθους για την πολυεκατομμυριούχο σε λέξεις γλώσσα και την ειδική ανάπτυξη του εγκεφάλου που προκαλεί η γνώση των αρχαίων –τα οποία θα έπρεπε γι’ αυτό να τα μαθαίνουμε από τα παιδικάτα μας, όπερ έδει δείξαι.

Διόλου παράδοξο ότι αυτή η αγοραία πια ιδεολογία διατρέχει από οιονεί επιστημονικές μελέτες έως σχόλια σε ευθυμογραφικές στήλες, από κατά τεκμήριο σοβαρές συζητήσεις στην τηλεόραση έως κουτσομπολίστικες μεσημεριανές εκπομπές «κοινωνικής κριτικής» –λέγε με Τατιάνα.

Επιτομή αυτού του ιδεολογήματος, εντέλει, διαβάζω στη σελίδα «Μ’ αρέσει – Δεν μ’ αρέσει» εβδομαδιαίου περιοδικού, σ’ ένα κράμα παχυλής άγνοιας και (ως εκ τούτου;) ιταμότητας: Μ’ αρέσει, γράφει μια συντάκτρια, «ότι πλέον θα διδάσκονται αρχαία ελληνικά σε βρετανικά δημοτικά (!) σχολεία. Ευτυχώς, δεν έλαβαν υπόψη απόψεις “ειδικών” ότι είναι νεκρή γλώσσα…»*

Ώστε τα αρχαία –την αρχαία ποικιλία έστω των ελληνικών– τα έβαλαν οι Βρετανοί στο δημοτικό επειδή δεν είναι νεκρή γλώσσα; Ή, αφού τα έβαλαν, σημαίνει πως δεν είναι νεκρή γλώσσα; Και έχουν δηλαδή φυσικούς ομιλητές σήμερα ακόμα τα αρχαία ελληνικά, κατά τον στοιχειώδη ορισμό της ζωντανής ή νεκρής γλώσσας; Και ποιοι οι ειδικοί που χωρούν στα εισαγωγικά της ιταμότητας, κατά τη νεαρότατη συντάκτρια; Πνευματικές και επιστημονικές κορυφές όπως ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ακόμα και ο συντηρητικότατος Γ. Ν. Χατζιδάκις, πιο πίσω, ο Εμμανουήλ Κριαράς σήμερα, ο πριν από λίγα χρόνια χαμένος Τάσος Χριστίδης…

Το θέμα μας, ας το ξαναματαπούμε, δεν είναι η αξία καθαυτή και η χρησιμότητα των αρχαίων, αλλά κάποιες απόψεις-μύθοι που δεν τις συμμερίζεται καμία σχολή γλωσσολογίας, ούτε καν ο Μπαμπινιώτης, παρά εκπορεύονται από επιστήμονες και «σχολές» τύπου Πλεύρη, Άδωνη, Λιακόπουλου και σία. Όπως η άποψη περί παρθενογένεσης των ελληνικών και η άρνηση κατά συνέπεια της κοινά αποδεκτής και μόνης επιστημονικής άποψης ότι τα ελληνικά ανήκουν στην οικογένεια των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.

Πιο πρόσφατο σχετικό εγχείρημα, ένα ογκωδέστατο πόνημα που φιλοδοξεί ακριβώς «να καταδείξ[ει] το ετοιμόρροπο και ασταθές του ινδοευρωπαϊκού οικοδομήματος»!** Γι’ αυτόν το σκοπό, κινείται στο προνομιακό πεδίο δράσης τέτοιων «σχολών», τη λαοφιλέστατη Επιστήμη του Προφανούς, την παραετυμολογία. Ένα μόνο παράδειγμα (πρόγευσή του έδινα στη λεζάντα της φωτογραφίας στην προηγούμενη επιφυλλίδα):

«Την λ. μοχλός μάς την έδωσε η φύση. Μάλιστα, η μητέρα φύση την ψιθύρισε στο αφτί του αγαπημένου της παιδιού, του προγόνου μας του Έλληνα, στις πηγές, στις ποταμιές ή στις αμμουδερές ακτές των θαλασσών που έπαιζε από μικρός.

»Εκεί το κύμα σκάζοντας στην ακτή κάχλαζε τους κάχλικες, τους χάλικες, τους κόχλους και μουρμούριζε χλ χλ χλ χλ, κόχλαζε, κάχλαινε και όχλευε τους κόχλακες, τους όχλιζε, τους αναμόχλευε, τους ανατάρασσε. Το ίδιο μόχλευμα γίνεται σε κάθε αυλάκι νερού ή σε κάθε ροή νερού, πηγής ή ρυακιού. [...]

»Αυτός λοιπόν ο ήχος χλ χλ χλ, των λιθίσκων που παραδέρνει το κύμα, έδωσε και το ρ. <χλω> και το οχλώ και το εν-οχλώ, και τον όχλο και την όχληση και την ενόχληση, και την όχλευση και την μόχλευση και την ανα-μόχλευση, και τον μοχλό.

»Το πρωτόγονο ρ. <χλω> ή οχλώ σημαίνει από την προέλευσή του ταράσσω, ανακατεύω, θολώνω με την ανατάραξη, συγχέω…» (σ. 463 κ.ε.).

Τωόντι: ανακατεύω, θολώνω, συγχέω… Ούτε λόγος!

Είπαμε κι άλλοτε, πλ πλ έκανε, σύμφωνα με άλλον, το κύμα, και από κει βγήκε το πέλαγος· κούπα, ω παι! έτεινε την άδεια χούφτα στο μωρό η αρχαιοελληνίς μητέρα, για να το ξεγελάσει πως του δίνει γάλα, και νά το κουπεπέ· πού στη, τάχα «πού βρίσκεται», ρωτούσαν οι αρχαίοι μπάτσοι κυνηγώντας τους αρχαίους τοιούτους, και εγεννήθη, λέει, η λ. πούστης…, αστείρευτη όντως η ευρηματικότητα των παρετυμολόγων –να ’χε και ίχνος έστω επιστημονικότητας…

Μπα, δε βαριέσαι, ντόρος να γίνεται, και να μας κάνουν διαφήμιση οι άλλοι, όπως εγώ, φευ, τώρα δα, στους ποιητές τού χλ χλ χλ , τον γνωστό Βασίλη Φίλια μαζί με τον λιγότερο γνωστό Γιάννη Πρινιανάκη, συγγραφέα δύο βιβλίων με τους εύγλωττους τίτλους: Γλώσσα ελληνική: Η γλώσσα των γλωσσών και Η γλώσσα των Ελλήνων είναι η γλώσσα που ομιλεί η φύση!

Ώστε νά η «μητέρα φύση», που «ψιθυρίζει στο αφτί του αγαπημένου της παιδιού». Και το κουφαίνει.

Αλλά πού τα χλ χλ χλ; Σε τόμο 765, ναι, σελίδων, με τίτλο Τα ημαρτημένα του Λεξικού Μπαμπινιώτη: Μια πρώτη επιλογή …και έπεται η συνέχεια, έργο που, φως φανάρι, βγαίνει (ακόμα και) στον Μπαμπινιώτη από (ακρο)δεξιά.

Μακάρι να τελειώναμε εδώ… Έχει κι άλλα.


* Χρειάζεται όμως να δούμε και τι «δεν αρέσει» στη συντάκτρια. Δεν της αρέσει λοιπόν «ότι, αντίθετα, τα σχολικά βιβλία ελληνικής γλώσσας Δημοτικού περιλαμβάνουν οδηγίες χρήσεως καφετιέρας, και ελάχιστα κείμενα σημαντικών λογοτεχνών». Προφανώς η συντάκτρια αγνοεί ότι και στη χώρα μας, τις τελευταίες δεκαετίες, στη διδασκαλία της γλώσσας ακολουθείται η λεγόμενη «επικοινωνιακή προσέγγιση», που σημαίνει κείμενα από κάθε περιοχή του λόγου, για κάθε εκφραστική ανάγκη, από διαφημίσεις δηλαδή έως «οδηγίες χρήσεως καφετιέρας». Ενώ «κείμενα σημαντικών λογοτεχνών» διδάσκονται από ειδικά εγχειρίδια, τα τρία Ανθολόγια, ένα για κάθε δύο τάξεις του δημοτικού. Εκεί θα βρει η συντάκτρια από Όμηρο, Αισχύλο, Λουκιανό έως δημοτικό τραγούδι και Βιτσέντζο Κορνάρο, από Ρωμανό τον μελωδό έως Κόντογλου, Βιζυηνό, Παπαδιαμάντη, Ρίτσο, Σεφέρη, Ελύτη, Εμπειρίκο, αλλά και Χικμέτ, Σαιντ-Εξυπερύ, Τζακ Λόντον. Παχυλότατη άγνοια είπα· τι να λέμε και για επαγγελματικό ήθος και δεοντολογία…

** Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου. Το σχετικό κείμενο κλείνει με την ακόλουθη παράγραφο, τυπωμένη με έντονα μαύρα στοιχεία: «Για εμάς τους εναπομείναντες πιστούς των γκρεμισμένων Παρθενώνων και των ορφανών Καρυάτιδων, για εμάς τους θαυμαστές των θρυμματισμένων ειδώλων και των αθανάτων ιδεών, η γλώσσα είναι θρησκεία· και της θρησκείας αυτής αρχιεροφάντης, αρχιερέας και αρχιμυσταγωγός είναι ο Όμηρος και ιερείς του οι Αισχύλοι, οι Πλάτωνες, οι Αριστοτέληδες, οι Ηράκλειτοι, οι Επίκουροι, οι Αριστοφάνηδες, οι Πλούταρχοι· πειθόμενοι τοις κείνων ρήμασι πορευόμαστε και όχι τοις των θεραπόντων των ανυπάρκτων Ινδοευρωπαίων».

buzz it!