9/1/10

Τι είν’ η πατρίδα τους;

Τα Νέα, 9 Ιανουαρίου 2010

Το βιβλίο "Τι είν’ η πατρίδα μας;" μιλάει για την ανάγκη να καλλιεργεί το σχολείο την ανοχή και τη συνύπαρξη των διαφορών, που είναι η αρχή η οποία προστατεύει τις κοινωνίες από τη βία και την τυραννία: φαίνεται πως κάποιοι το κατάλαβαν αυτό, κι αντέδρασαν αναλόγως (φωτ. από την ταινία του Λωράν Καντέ «Ανάμεσα στους τοίχους»)


«Η πειστικότητα και μόνο καθορίζει αν το προϊόν τής προπαγάνδας θα είναι αληθές ή ψευδές» (Γιόζεφ Γκαίμπελς)


Τι είν’ η πατρίδα τους; Μην είν’ ο Θέμος; Μην είν’ του Λάος χέρι-χέρι τα παιδιά; Μην είν’ η Ένωση των Αποστράτων; Και τ’ άλλα τ’ άστρα της τα φωτεινά;

διαβάστε τη συνέχεια...

Ό,τι κι αν είν’ η πατρίδα τους, κι αυτοί κι εκείνοι, δική τους να ’ναι μονάχα, ποτέ δική μας.

Και ποιοι είναι οι αυτοί κι οι εκείνοι; Όσοι συναπαντήθηκαν, από διαφορετική συχνά αφετηρία, μπορεί και με διαφορετικές προθέσεις, βρέθηκαν όμως όλοι μαζί ώς το λαιμό στο βούρκο μιας αδέξια στημένης φάρσας, για να μην πω ψυχρής απάτης.

Η ιστορία είναι πια ευρέως γνωστή. Βουλευτές του Λάος εγκαλούν την κυβέρνηση που τοποθέτησε ειδική γραμματέα στο υπουργείο Παιδείας τη Θάλεια Δραγώνα, συγγραφέα
εθνοπροδοτικού, κατά την άποψή τους, βιβλίου, οργανώνουν μάλιστα και διαδήλωση, όπου μετέχει και το νέο σχήμα «Επιτροπή Κατοίκων Αγίου Παντελεήμονα»! Για το ίδιο θέμα αγορεύει ο Γ. Καρατζαφέρης στη Βουλή, ομολογεί ωστόσο ότι τα «παραθέματα» τα αντλεί από κείμενο κάποιας Ένωσης Αποστράτων. Ακολουθεί άλλος «υπεύθυνος», ο Τραγάκης της Νέας Δημοκρατίας, που αυτός πια νομίζει ότι το βιβλίο της Δραγώνα είναι σχολικό. Και νά σου και ο Μίκης, έπειτα από τους δημόσιους πανηγυρισμούς του για την εκλογή του Τουρκοφάγου και Σκοπιανοκτόνου Σαμαρά, στον κατά Δραγώνα αγώνα κι αυτός, κι αυτός αναπαράγοντας τα ίδια παραθέματα, σε δημόσια επιστολή του προς τον Στέφανο Ληναίο –τώρα που δεν υπάρχει η τηλεοπτική εκπομπή του Λαζόπουλου, απ’ όπου προβάλλονταν κατ’ αποκλειστικότητα τα πάσης φύσεως μανιφέστα του. Στον ίδιο αγώνα, είπαμε, στην πρώτη γραμμή, ο μη εξαιρετέος Θέμος, πιο πριν ο Στάθης και ο Τριάντης της Ελευθεροτυπίας, ειδικοί στα περί Σόρος αυτοί, και άλλοι, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μόνιμη συμφόρηση στο δικαστικό σύστημα, έτσι και εγκαλούνταν όλοι αυτοί πια με βάση τον μισό σχεδόν ποινικό κώδικα.

Γιατί στο μεταξύ υπήρξαν άρθρα στις εφημερίδες όπου αποκαλύφθηκε η πλαστογράφηση και ο ασύστολος μα και άγαρμπος αυτοσχεδιασμός πάνω στο «βιβλίο της Δραγώνα». Όντως εντυπωσιακό: ούτε ένα «παράθεμα» δεν είχε πραγματικό αντίκρισμα στο βιβλίο πέρα από μία-δύο λέξεις! Ο πιο εξαντλητικός έλεγχος όλων των πλαστών παραθεμάτων, σε αντιπαραβολή με φωτοτυπίες των οικείων σελίδων του βιβλίου, γίνεται στο ιστολόγιο Jungle-report: «Η λα.ο.σ.πολογία ενάντια στη Θ. Δραγώνα και οι “πατριωτικές” αλήθειες».

Πού σταματούσε όχι το έλλειμμα κριτικής σκέψης αλλά απλώς και μόνο η αναγνωστική αδυναμία, η ασχετοσύνη, και πού άρχιζε η εν ψυχρώ απάτη, η συκοφαντία, λίγη σημασία έχει εντέλει: το αποτέλεσμα είναι μόνο απάτη, συκοφαντία. Αδέξια κι αυτή, κακοστημένη –μα ούτε αυτό έχει εντέλει σημασία.

Σημασία έχει ο πόλεμος ο ίδιος, αν και εφόσον το πάρουμε χαμπάρι ότι πρόκειται για πόλεμο, κι εγκαταλείψουμε λοιπόν φιλοφρονήσεις, αγκαλιές και τηλεοπτικές και άλλες δεξιώσεις, κατά τα «δημοκρατικά» τηλεοπτικά μας ήθη.

Οι Αρχές της προπαγάνδας

Σκηνή απλώς αυτού του πολέμου είναι τώρα η «υπόθεση Δραγώνα». Η μέθοδος, παλιά και δοκιμασμένη –έστω και κακοχωνεμένη στα καθ’ ημάς: «Εάν πεις ένα μεγάλο ψέμα και το επαναλαμβάνεις συχνά, στο τέλος ο λαός θα το πιστέψει». Γνωστή η υπογραφή: Γιόζεφ Γκαίμπελς, επικεφαλής της προπαγάνδας του Ράιχ από το 1930 και υπουργός προπαγάνδας από το 1933.

Η συνέχεια της φράσης είναι λιγότερο γνωστή, αλλά εξίσου ενδιαφέρουσα: «Το ψέμα πρέπει να διαρκέσει μόνο όσο διάστημα το Κράτος προστατεύει το λαό από τις πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές συνέπειες του ψέματος. Άρα έχει ζωτική σημασία για το Κράτος να καταπνίξει με όλες του τις δυνάμεις τους τη διαφωνία, γιατί η αλήθεια είναι θανάσιμος εχθρός του ψέματος, και κατ’ επέκταση η αλήθεια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του Κράτους».

Και μερικές από τις κωδικοποιημένες αρχές της «τέχνης» τού πρώτου τη τάξει Αρίου:

–«Η πειστικότητα και μόνο καθορίζει αν το προϊόν της προπαγάνδας θα είναι αληθές ή ψευδές».

–«Η προπαγάνδα στο εσωτερικό μέτωπο πρέπει να καλλιεργεί ένα optimum επίπεδο ανησυχίας».

–«Η προπαγάνδα πρέπει να διευκολύνει τη μεταβίβαση της επιθετικότητας προσδιορίζοντας τους στόχους του μίσους».

Γιατί κάπου πρέπει να διοχετευτεί η επιθετικότητα, κι εύκολα φτιάχνεται ανά πάσα στιγμή ο στόχος: Για την ώρα, η Θάλεια Δραγώνα και το «βιβλίο της».

«Τι είν’ η πατρίδα μας;»

Τι είναι λοιπόν το περίφημο «βιβλίο της Δραγώνα», το Τι είν’ η πατρίδα μας;, που θα αλώσει, υποτίθεται, ακριβώς την πατρίδα μας, και πάντως ήδη άλωσε τον πολιτικό μας βίο και το δημόσιο ήθος, και οπωσδήποτε συνειδήσεις –όσων το κατάγγειλαν χωρίς να το ανοίξουν, περισσότερο κι απ’ αυτούς που αρχικά το πλαστογράφησαν;

Το «βιβλίο της Δραγώνα» είναι το βιβλίο της Άννας Φραγκουδάκη και της Θάλειας Δραγώνα, που είχαν την επιμέλεια και έγραψαν τα κείμενα μαζί με άλλους πέντε κοινωνικούς επιστήμονες: Έφη Αβδελά, Νέλλη Ασκούνη, Λίνα Βεντούρα, Χρυσή Ιγγλέση και Γεράσιμο Κουζέλη. Έχει τον ενδεικτικό υπότιτλο «Εθνοκεντρισμός στην εκπαίδευση» και στηρίζεται σε δεδομένα δύο μεγάλων ερευνών (1995 και 1996), που ανιχνεύουν τον τρόπο με τον οποίο περιγράφονται και αξιολογούνται τα έθνη, το ελληνικό και τα άλλα, από τους εκπαιδευτικούς και από τα σχολικά βιβλία.

Το βιβλίο αυτό, με αντικείμενο το επίκαιρο ζήτημα του εθνοκεντρισμού, εντάσσεται σε μια τάση επιστημονικής διερεύνησης του φαινομένου του εθνικισμού στην ελληνική κοινωνία, με σκοπό την καλύτερη κατανόησή του. Με εξαίρεση ιστορικές μελέτες, αποτελεί ίσως την πρώτη απόπειρα διερεύνησης του φαινομένου σε σχέση με τον εκπαιδευτικό θεσμό.

Με βάση τα παραπάνω, οι συγγραφείς του βιβλίου προσπαθούν να επεξεργαστούν δύο βασικές υποθέσεις εργασίας, που αναδεικνύουν τον φανερό ή λανθάνοντα εθνοκεντρικό χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος. Η πρώτη υπόθεση υποστηρίζει ότι η εικόνα των εθνικών «άλλων», έτσι όπως εμφανίζεται στα σχολικά εγχειρίδια και στο λόγο των εκπαιδευτικών, αντικατοπτρίζει την εικόνα του εθνικού «εαυτού». Με άλλα λόγια, η περιγραφή και αξιολόγηση της εθνικής ταυτότητας έχει αποφασιστική σημασία για την περιγραφή και αξιολόγηση των εθνικών «άλλων». Η δεύτερη βασική υπόθεση εργασίας είναι ότι ο εθνικός «εαυτός» αναπαριστάται στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα σήμερα σαν να βρίσκεται σε κατάσταση ανασφάλειας και αδυναμίας. Η εθνική ταυτότητα θεωρείται ότι έχει ανάγκη από υπεράσπιση, ότι κινδυνεύει να αλλοιωθεί· γίνεται δηλαδή αντιληπτή σαν ταυτότητα υποτιμημένη και εύθραυστη.

Έτσι, το βιβλίο προτείνει διάλογο για το σχολείο στη σημερινή, ευρωπαϊκή πλέον εποχή· για την ανάγκη να καλλιεργεί το σχολείο την ευρωπαϊκή ταυτότητα παράλληλα με την εθνική, σαν άνοιγμα των πολιτισμικών οριζόντων· για την ανάγκη να καλλιεργεί το σχολείο, σαν βασικός θεσμός κοινωνικοποίησης των νέων γενεών, την ανοχή και τη συνύπαρξη των διαφορών, που είναι η αρχή η οποία προστατεύει τις κοινωνίες από τη βία και την τυραννία.

Τέλος, την ανάγκη να καλλιεργεί το σχολείο την εθνική αυτογνωσία, δηλαδή μια εθνική ταυτότητα αρκετά ισχυρή, ώστε να μην την υπερασπίζονται οι φορείς της αμυντικά, σαν να κινδυνεύει από την ανάμειξη των πολιτισμών και τις επιρροές, και επίσης αρκετά ανεκτική, ώστε να μην την υπερασπίζονται επιθετικά, παραβιάζοντας το δικαίωμα στη διαφορά.

Και ο καθρέφτης

Μέσα από αυτή την επισκόπηση γίνεται τώρα φανερό ποιοι είδαν στο βιβλίο το αρνητικό είδωλο του εαυτού τους και των ιδεών τους. Και αυτό ακριβώς το αποκρουστικό είδωλο θέλησαν κατά κάποιον τρόπο να το αντιστρέψουν, να το αντιγυρίσουν σε μία από τις συγγραφείς, όχι απλώς για ευκαιριακούς λόγους πολιτικής τακτικής, αλλά για τις βαθιές ιδεολογικές διαφορές που τους χωρίζουν, που μας χωρίζουν.

Ώστε η «υπόθεση Δραγώνα» είναι δική μας υπόθεση.

Στο μεταξύ, θα ’πρεπε να βρούμε και την απάντηση, να ξέρουμε τι μας γίνεται, ή τι μας ετοιμάζουν: αναγνωστική αδυναμία; σκέτη απάτη; και τα δυο;

buzz it!